Μεγάλη Τετάρτη Εσπέρας
Τροπάριο
Ότε οι ένδοξοι μαθηταί, εν τω νηπτήρι του δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, εσκοτίζετο και ανόμοις λριταίς σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι.
Τροπάριο
Ότε οι ένδοξοι μαθηταί, εν τω νηπτήρι του δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, εσκοτίζετο και ανόμοις λριταίς σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι.
Βλέπε, χρημάτων εραστά, τον δια ταύτα αγχόνη χρησάμενον, φεύγε ακόρεστον ψυχήν, την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν.
Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε δόξα σοι.
Ευαγγέλιον (εκ του κατά Λουκάν)
Τω καιρώ εκείνω ήγγιζεν η εορτή των αζύμων, η λεγομένη πάσχα. Και εζήτουν οι αρχιερείς και οι γραμματείς το πώς ανέλωσι τον Ιησούν, εφοβούντο γαρ τον λαόν.
Εισήλθεν δε ο Σατανάς εις Ιούδαν τον επικαλούμενον Ισκαριώτην, όντα εκ του αριθμού των δώδεκα και απελθών συνελάλησε τοις αρχιερεύσι και γραμματεύσι και στρατηγοίς το πώς παραδώ αυτοίς.
Και εχάρησαν και συνέθεντο αυτώ αργύρια δούναι. Και εξωμολόγησε, και εζήτει ευκαιρίαν του παραδούναι αυτόν αυτοίς άτερ όχλου.
Ήλθε δε η ημέρα των αζύμων, εν η έδει θύεσθαι το πάσχα και απέστειλε Πέτρον και Ιωάννην, ειπών Πορευθέντες, ετοιμάσατε ημίν το πάσχα, ίνα φάγωμεν. Οι δε είπον αυτώ, που θέλεις ετοιμάσωμεν;
Ο δε είπεν αυτοίς, Ιδού εισελθόντων υμών εις την πόλιν, συναντήσει υμίν άνθρωπος, κεράμιον ύδατος βαστάζων, Ακολουθήσατε αυτώ εις την οικίαν ου εισπορεύεται, και ερείτε τω οικοδεσπότη της οικίας, Λέγει σοι ο Διδάσκαλος που έστι το κατάλυμα όπου το πάσχα μετά των μαθητών μου φάγω;
Κακείνος υμίν δείξει ανώγαιον μέγα εστρωμένον, εκεί ετοιμάσατε.
Απελθόντες δε εύρον καθώς είρηκεν αυτοίς και ητοίμασαν το Πάσχα.
….τούτο το ποτήριον, η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.Πλην ιδού η χειρ του παραδιδόντος με μετ’ εμού επί της τραπέζης
Ευαγγέλιον (εκ του κατά Λουκάν)
Τω καιρώ εκείνω ήγγιζεν η εορτή των αζύμων, η λεγομένη πάσχα. Και εζήτουν οι αρχιερείς και οι γραμματείς το πώς ανέλωσι τον Ιησούν, εφοβούντο γαρ τον λαόν.
Εισήλθεν δε ο Σατανάς εις Ιούδαν τον επικαλούμενον Ισκαριώτην, όντα εκ του αριθμού των δώδεκα και απελθών συνελάλησε τοις αρχιερεύσι και γραμματεύσι και στρατηγοίς το πώς παραδώ αυτοίς.
Και εχάρησαν και συνέθεντο αυτώ αργύρια δούναι. Και εξωμολόγησε, και εζήτει ευκαιρίαν του παραδούναι αυτόν αυτοίς άτερ όχλου.
Ήλθε δε η ημέρα των αζύμων, εν η έδει θύεσθαι το πάσχα και απέστειλε Πέτρον και Ιωάννην, ειπών Πορευθέντες, ετοιμάσατε ημίν το πάσχα, ίνα φάγωμεν. Οι δε είπον αυτώ, που θέλεις ετοιμάσωμεν;
Ο δε είπεν αυτοίς, Ιδού εισελθόντων υμών εις την πόλιν, συναντήσει υμίν άνθρωπος, κεράμιον ύδατος βαστάζων, Ακολουθήσατε αυτώ εις την οικίαν ου εισπορεύεται, και ερείτε τω οικοδεσπότη της οικίας, Λέγει σοι ο Διδάσκαλος που έστι το κατάλυμα όπου το πάσχα μετά των μαθητών μου φάγω;
Κακείνος υμίν δείξει ανώγαιον μέγα εστρωμένον, εκεί ετοιμάσατε.
Απελθόντες δε εύρον καθώς είρηκεν αυτοίς και ητοίμασαν το Πάσχα.
….τούτο το ποτήριον, η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.Πλην ιδού η χειρ του παραδιδόντος με μετ’ εμού επί της τραπέζης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου